ΑΠΟΦΑΣΗ Δ.Σ. ΔΣΑ
Αθήνα, 29/10/2012
«Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών εκφράζει την έκπληξή του για την αυτόφωρη διαδικασία, η οποία μάλιστα κινήθηκε αυτεπαγγέλτως και με παροιμιώδη ταχύτητα από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών κατά του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη, εκδότη του περιοδικού HOT DOC, στο οποίο φέρονται να δημοσιεύονται τα ονόματα της «Λίστας Λαγκάρντ», τη στιγμή που για τους καθ’ ύλην αρμόδιους πρώην υπουργούς, οι οποίοι ήταν κατά νόμο υπεύθυνοι για την αξιοποίησή της αλλά παρόλα αυτά την «έχασαν», δεν έχει κινηθεί μέχρι στιγμής καμία ποινική ή άλλη διαδικασία σε οποιοδήποτε επίπεδο.
Με δεδομένο ότι δεν υφίσταται καμία πρόθεση παρέμβασης στο έργο της Δικαιοσύνης, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών απέχει από κάθε νομική αξιολόγηση της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε κατά του ως άνω δημοσιογράφου, σε βαθμό πλημμελήματος, πλην όμως, παρόλο που, όπως γίνεται γενικά δεκτό, δεν υπάρχει ισότητα στην παρανομία, δεν μπορεί παρά να στηλιτεύσει τη μονομερή «ευαισθησία» των αρμοδίων αρχών, οι οποίες, τον τελευταίο καιρό, κινητοποιούνται κάθε φορά προς την κατεύθυνση της προστασίας ισχυρών κοινωνικών, οικονομικών ή πολιτικών παραγόντων, και ποτέ αντίστροφα.
Αυτού του είδους οι «επιλογές» εκπέμπουν σε ολόκληρη την κοινωνία το μήνυμα ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί της Ελλάδας, ή ό,τι έχει απομείνει από αυτούς, λειτουργούν πλέον αποκλειστικά προς την κατεύθυνση της προστασίας του ίδιου του συστήματος εξουσίας, σε βάρος της συνταγματικής νομιμότητας και των δικαιωμάτων του ελληνικού λαού: αντί το ενδιαφέρον των αρμοδίων διοικητικών και δικαστικών αρχών να επικεντρώνεται στη διακρίβωση της εγκυρότητας της «Λίστας Λαγκάρντ» και στην αξιοποίησή της για τον ενδελεχή οικονομικό και φορολογικό έλεγχο των αναφερόμενων προσώπων, επικεντρώνεται στη δίωξη του δημοσιογράφου ο οποίος, στο πλαίσιο της άσκησης του λειτουργήματός του, «τόλμησε» να προβεί σε δημόσια αποκάλυψη στοιχείων που φέρονται να περιλαμβάνονται στην εν λόγω λίστα.
Η διεθνής, συνταγματική και νομοθετική κατοχύρωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, στο μέτρο που έχει ως αντικείμενο την προστασία των πολιτών από δυσμενείς διακρίσεις τις οποίες κινδυνεύουν να υποστούν ή υφίστανται εξαιτίας της συλλογής, χρήσης και επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων σχετικά με ιδιότητες του προσώπου τους, πρέπει να γίνεται απολύτως σεβαστή. Όμως, η επίκληση της εν λόγω προστασίας με σκοπό την παρεμπόδιση της εξιχνίασης ή του ποινικού κολασμού εγκληματικών πράξεων που άπτονται της δημόσιας οικονομικής ζωής και τα οποία εμπίπτουν στο δίκαιο της οικονομικής εγκληματικότητας, είναι, σε μία δημοκρατική κοινωνία, από κάθε άποψη, ανεπίτρεπτη.»
«Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών εκφράζει την έκπληξή του για την αυτόφωρη διαδικασία, η οποία μάλιστα κινήθηκε αυτεπαγγέλτως και με παροιμιώδη ταχύτητα από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών κατά του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη, εκδότη του περιοδικού HOT DOC, στο οποίο φέρονται να δημοσιεύονται τα ονόματα της «Λίστας Λαγκάρντ», τη στιγμή που για τους καθ’ ύλην αρμόδιους πρώην υπουργούς, οι οποίοι ήταν κατά νόμο υπεύθυνοι για την αξιοποίησή της αλλά παρόλα αυτά την «έχασαν», δεν έχει κινηθεί μέχρι στιγμής καμία ποινική ή άλλη διαδικασία σε οποιοδήποτε επίπεδο.
Με δεδομένο ότι δεν υφίσταται καμία πρόθεση παρέμβασης στο έργο της Δικαιοσύνης, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών απέχει από κάθε νομική αξιολόγηση της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε κατά του ως άνω δημοσιογράφου, σε βαθμό πλημμελήματος, πλην όμως, παρόλο που, όπως γίνεται γενικά δεκτό, δεν υπάρχει ισότητα στην παρανομία, δεν μπορεί παρά να στηλιτεύσει τη μονομερή «ευαισθησία» των αρμοδίων αρχών, οι οποίες, τον τελευταίο καιρό, κινητοποιούνται κάθε φορά προς την κατεύθυνση της προστασίας ισχυρών κοινωνικών, οικονομικών ή πολιτικών παραγόντων, και ποτέ αντίστροφα.
Αυτού του είδους οι «επιλογές» εκπέμπουν σε ολόκληρη την κοινωνία το μήνυμα ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί της Ελλάδας, ή ό,τι έχει απομείνει από αυτούς, λειτουργούν πλέον αποκλειστικά προς την κατεύθυνση της προστασίας του ίδιου του συστήματος εξουσίας, σε βάρος της συνταγματικής νομιμότητας και των δικαιωμάτων του ελληνικού λαού: αντί το ενδιαφέρον των αρμοδίων διοικητικών και δικαστικών αρχών να επικεντρώνεται στη διακρίβωση της εγκυρότητας της «Λίστας Λαγκάρντ» και στην αξιοποίησή της για τον ενδελεχή οικονομικό και φορολογικό έλεγχο των αναφερόμενων προσώπων, επικεντρώνεται στη δίωξη του δημοσιογράφου ο οποίος, στο πλαίσιο της άσκησης του λειτουργήματός του, «τόλμησε» να προβεί σε δημόσια αποκάλυψη στοιχείων που φέρονται να περιλαμβάνονται στην εν λόγω λίστα.
Η διεθνής, συνταγματική και νομοθετική κατοχύρωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, στο μέτρο που έχει ως αντικείμενο την προστασία των πολιτών από δυσμενείς διακρίσεις τις οποίες κινδυνεύουν να υποστούν ή υφίστανται εξαιτίας της συλλογής, χρήσης και επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων σχετικά με ιδιότητες του προσώπου τους, πρέπει να γίνεται απολύτως σεβαστή. Όμως, η επίκληση της εν λόγω προστασίας με σκοπό την παρεμπόδιση της εξιχνίασης ή του ποινικού κολασμού εγκληματικών πράξεων που άπτονται της δημόσιας οικονομικής ζωής και τα οποία εμπίπτουν στο δίκαιο της οικονομικής εγκληματικότητας, είναι, σε μία δημοκρατική κοινωνία, από κάθε άποψη, ανεπίτρεπτη.»