"Το πιο μεγάλο πάρτυ γινόταν μαζεύοντας βερίκοκα,η υπέρτατη χαρά,η μεγάλη ανάσα κοντά στη φύση..."
Λόγια ειπωμένα από την ενδυματολόγο
Στεφανία Κουβαρδά στη διάρκεια μιας φιλικής κουβέντας ,στον δικό της χώρο,στο πιο «νόστιμο» παντοπωλείο της πόλης...τον Μανδραγόρα.
Η Στεφανία προτίμησε να αφήσει πίσω μια πολλά υποσχόμενη καριέρα στην Αθήνα και μετοίκισε στο Κιάτο,αναζητώντας μια άλλη ποιότητα ζωής...
Ο χρόνος και εδώ δεν της περισσεύει,αφού εκτός από την ουσιαστική συνεισφορά της στα τοπικά πολιτιστικά δρώμενα,στα οποία συμμετέχει ανελλιπώς αφότου εγκατέλειψε το κλεινόν άστυ,καταπιάνεται και με άλλα επίσης σπουδαία ...Με γεύσεις και αρώματα έστησε τον ξεχωριστό χαρακτήρα του Μανδραγόρα, που ήδη γράφει τη δική του ιστορία στη πόλη..
Και τι δεν έχει αυτό το μαγαζί, ότι λαχταρήσεις θα το βρεις...
ΕΡ:Παιδί της πόλης,γεννήθηκες και μεγάλωσες στον Πειραιά...ήταν εύκολο να πάρεις μια τέτοια απόφαση;
ΣΚ:«Τα καλοκαίρια όμως δραπετεύαμε οικογενειακώς στο χωριό...» με συμπληρώνει,χαμογελώντας,θέλοντας εξ αρχής να υποδηλώσει την μεγάλη της αγάπη!
«Ποτέ δεν έβγαλα από το μυαλό μου το χωριό,εδώ ήταν ο τόπος μου... Στα μικράτα μου κρατούσα καλά φυλαγμένα ό,τι καλύτερο και ομορφότερο μας χάριζε το καλοκαίρι με τις διακοπές του και τις νόστιμες ημέρες που περνούσαμε....Ήταν τροφή για να τα καταφέρω στην Αθήνα...και πάντα η επιστροφή στο πατρικό χώμα τάραζε την καρδιά μας...»
ΕΡ:Ας μείνουμε όμως για λίγο στα χρόνια της Αθήνας,στις αλήθειες και στο "ψέμα" του ρυθμού της πολύβοης πόλης. Εκεί που ως ενδυματολόγος θεάτρου υπηρέτησες την τέχνη,συμπληρώνοντας τον χαρακτήρα κάθε ρόλου...
ΣΚ:« Ήταν απαραίτητο να αφιερώσω χρόνο σε σπουδές και εμπειρία και αυτό μόνο στην Αθήνα μπορούσα να το κάνω.
Η μαγεία του θεάματος πέρα από την φαντασία ή την καλλιτεχνική ευαισθησία του καθένα χρειάζεται και επαγγελματικές γνώσεις...Υπάρχουν μικρά και μεγάλα μυστικά που μόνο ικανοί δάσκαλοι μπορούν να σου διδάξουν,ώστε να μπορείς στη συνέχεια να πειραματιστής ...
Στην Αθήνα δούλεψα ως ενδυματολόγος,υπηρέτησα την τέχνη με ατέλειωτες ώρες δουλειάς στον κινηματογράφο,το θέατρο,την τηλεόραση,την διαφήμιση...
Δύσκολος χώρος με πολλές απαιτήσεις,αλλά στο τέλος ένοιωθα πάντα μια βαθιά ικανοποίηση» λέει η Στεφανία και συνεχίζει ...
«Με κούρασε όμως η καθημερινότητα της πόλης και αυτοί που μεθοδευμένα κατευθύνουν ένα ετερόκλητο πλήθος να κινείται ασταμάτητα και διαρκώς να μιλά στα κινητά...
Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες,στις μεγαλουπόλεις,πλέον διαμορφώνουν ένα τρόπο ζωής με αντιλήψεις,αισθητική και αξιακούς κώδικες που στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι κοινωνικά ανάλγητος, άδικος και ανυπόφορος...
Εγώ αρνήθηκα να καταταγώ σε « αγέλες τεχνητών ζώων » ή « ευφυών πρακτόρων... » και την έκανα για το χωριό μου ,με πολύ κέφι και φιλική διάθεση να ενσωματωθώ στην τοπική κοινωνία,να ζυμώσω με τον κόσμο της κοινό τρόπο ζωής, που να βασίζεται στον πολιτισμό και στην τοπική κουλτούρα...Αυτή εξάλλου κουβαλάω από τους γονείς μου...Αυτό με εκφράζει...
ΕΡ:Δεν έχει πραχτικές δυσκολίες και ενδεχομένως ρίσκο μια τέτοια απόφαση;
ΣΚ;«Είχα την «πολυτέλεια » κάποιων καλών φίλων που με στήριξαν να πάρω αυτή την απόφαση,αλλά και την οικογένειά μου που με βοήθησε να στήσω εδώ, τον δικό μου Μανδραγόρα.
ΕΡ:Αναφέρεσαι σαν να προϋπήρχε κάποια ιδιαίτερη συναισθηματική σχέση με τον Μανδραγόρα ή κάνω λάθος;
ΣΚ;«Δεν κάνεις λάθος. Ο Μανδραγόρας του Πειραιά,στα παιδικά χρόνια,ήταν για μένα σημείο αναφοράς...ήταν το «δικό μου» μπαχαράδικο!
Ο χώρος των μπαχαρικών, των καρυκευμάτων και των βοτάνων μου ξυπνούν παλιές θύμισες...Με γυρνούν στο τότε που με τον πατέρα μου μαζεύαμε διάφορα βότανα,όπως το βάλσαμο... και φτιάχναμε λάδι για το στομάχι του, που του πονούσε...
Θαρρείς πως και τώρα υπόγειες δυνάμες, που δεν μπορείς να τους ξεφύγεις, μου μπιστεύτηκαν να εκτελέσω ορισμένη παραγγελιά ...έτσι νοιώθω...»
(κλικ στην εικόνα) |
Η Στεφανία προτίμησε να αφήσει πίσω μια πολλά υποσχόμενη καριέρα στην Αθήνα και μετοίκισε στο Κιάτο,αναζητώντας μια άλλη ποιότητα ζωής...
Ο χρόνος και εδώ δεν της περισσεύει,αφού εκτός από την ουσιαστική συνεισφορά της στα τοπικά πολιτιστικά δρώμενα,στα οποία συμμετέχει ανελλιπώς αφότου εγκατέλειψε το κλεινόν άστυ,καταπιάνεται και με άλλα επίσης σπουδαία ...Με γεύσεις και αρώματα έστησε τον ξεχωριστό χαρακτήρα του Μανδραγόρα, που ήδη γράφει τη δική του ιστορία στη πόλη..
Και τι δεν έχει αυτό το μαγαζί, ότι λαχταρήσεις θα το βρεις...
ΕΡ:Παιδί της πόλης,γεννήθηκες και μεγάλωσες στον Πειραιά...ήταν εύκολο να πάρεις μια τέτοια απόφαση;
ΣΚ:«Τα καλοκαίρια όμως δραπετεύαμε οικογενειακώς στο χωριό...» με συμπληρώνει,χαμογελώντας,θέλοντας εξ αρχής να υποδηλώσει την μεγάλη της αγάπη!
«Ποτέ δεν έβγαλα από το μυαλό μου το χωριό,εδώ ήταν ο τόπος μου... Στα μικράτα μου κρατούσα καλά φυλαγμένα ό,τι καλύτερο και ομορφότερο μας χάριζε το καλοκαίρι με τις διακοπές του και τις νόστιμες ημέρες που περνούσαμε....Ήταν τροφή για να τα καταφέρω στην Αθήνα...και πάντα η επιστροφή στο πατρικό χώμα τάραζε την καρδιά μας...»
ΕΡ:Ας μείνουμε όμως για λίγο στα χρόνια της Αθήνας,στις αλήθειες και στο "ψέμα" του ρυθμού της πολύβοης πόλης. Εκεί που ως ενδυματολόγος θεάτρου υπηρέτησες την τέχνη,συμπληρώνοντας τον χαρακτήρα κάθε ρόλου...
ΣΚ:« Ήταν απαραίτητο να αφιερώσω χρόνο σε σπουδές και εμπειρία και αυτό μόνο στην Αθήνα μπορούσα να το κάνω.
Η μαγεία του θεάματος πέρα από την φαντασία ή την καλλιτεχνική ευαισθησία του καθένα χρειάζεται και επαγγελματικές γνώσεις...Υπάρχουν μικρά και μεγάλα μυστικά που μόνο ικανοί δάσκαλοι μπορούν να σου διδάξουν,ώστε να μπορείς στη συνέχεια να πειραματιστής ...
Στην Αθήνα δούλεψα ως ενδυματολόγος,υπηρέτησα την τέχνη με ατέλειωτες ώρες δουλειάς στον κινηματογράφο,το θέατρο,την τηλεόραση,την διαφήμιση...
Δύσκολος χώρος με πολλές απαιτήσεις,αλλά στο τέλος ένοιωθα πάντα μια βαθιά ικανοποίηση» λέει η Στεφανία και συνεχίζει ...
«Με κούρασε όμως η καθημερινότητα της πόλης και αυτοί που μεθοδευμένα κατευθύνουν ένα ετερόκλητο πλήθος να κινείται ασταμάτητα και διαρκώς να μιλά στα κινητά...
Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες,στις μεγαλουπόλεις,πλέον διαμορφώνουν ένα τρόπο ζωής με αντιλήψεις,αισθητική και αξιακούς κώδικες που στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι κοινωνικά ανάλγητος, άδικος και ανυπόφορος...
Εγώ αρνήθηκα να καταταγώ σε « αγέλες τεχνητών ζώων » ή « ευφυών πρακτόρων... » και την έκανα για το χωριό μου ,με πολύ κέφι και φιλική διάθεση να ενσωματωθώ στην τοπική κοινωνία,να ζυμώσω με τον κόσμο της κοινό τρόπο ζωής, που να βασίζεται στον πολιτισμό και στην τοπική κουλτούρα...Αυτή εξάλλου κουβαλάω από τους γονείς μου...Αυτό με εκφράζει...
ΕΡ:Δεν έχει πραχτικές δυσκολίες και ενδεχομένως ρίσκο μια τέτοια απόφαση;
ΣΚ;«Είχα την «πολυτέλεια » κάποιων καλών φίλων που με στήριξαν να πάρω αυτή την απόφαση,αλλά και την οικογένειά μου που με βοήθησε να στήσω εδώ, τον δικό μου Μανδραγόρα.
ΕΡ:Αναφέρεσαι σαν να προϋπήρχε κάποια ιδιαίτερη συναισθηματική σχέση με τον Μανδραγόρα ή κάνω λάθος;
ΣΚ;«Δεν κάνεις λάθος. Ο Μανδραγόρας του Πειραιά,στα παιδικά χρόνια,ήταν για μένα σημείο αναφοράς...ήταν το «δικό μου» μπαχαράδικο!
Ο χώρος των μπαχαρικών, των καρυκευμάτων και των βοτάνων μου ξυπνούν παλιές θύμισες...Με γυρνούν στο τότε που με τον πατέρα μου μαζεύαμε διάφορα βότανα,όπως το βάλσαμο... και φτιάχναμε λάδι για το στομάχι του, που του πονούσε...
Θαρρείς πως και τώρα υπόγειες δυνάμες, που δεν μπορείς να τους ξεφύγεις, μου μπιστεύτηκαν να εκτελέσω ορισμένη παραγγελιά ...έτσι νοιώθω...»