Η πρώτη καθαρή μορφή Αφροαμερικανικής μουσικής, δηλαδή ομαδικών τραγουδιών που συνδύαζαν ταυτόχρονα χαρακτηριστικά από τον αφρικανικό και τον δυτικό πολιτισμό, ήταν το spiritual. Η ονομασία τους υποδηλώνει το περιεχόμενό τους το οποίο ήταν αρχικά καθαρά πνευματικό, με την έννοια του θρησκευτικού. Βασισμένα στη κλασσική δυτική αρμονία, στην αγγλόφωνη εκδοχή του ευαγγελίου, αλλά και στην ανεξάντλητη χορευτική αίσθηση του ρυθμού των μαύρων, τα spiritual τραγουδιούνται αδιάκοπα στις εκκλησίες του νότου από τις αρχές του 19ου αιώνα έως σήμερα χωρίς σημαντικές αλλαγές στη δομή τους. Αναλύοντας τα βασικά τους χαρακτηριστικά παρατηρούμε:
- Οι στίχοι περιελάμβαναν ψαλμούς τους οποίους τραγουδούσε ο κορυφαίος (συνήθως ο ιερέας) και επαναλάμβανε όλη η χορωδία (λευκοί και μαύροι). Η πρακτική αυτή βοηθά όσους δεν γνωρίζουν ανάγνωση (την πλειοψηφία δηλαδή στον αμερικάνικο νότο του 19ου αιώνα) να έρθουν σε επαφή με τα ιερά κείμενα και τις προφορικές παραδόσεις και συναντάται σε όλο τον κόσμο ακόμη και σήμερα, για παράδειγμα στους κυκλωτικούς χορούς της Ηπείρου, κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών επετείων.
- Μετά την ίδρυση της εκκλησίας των Μεθοδιστών, τα spiritual εμπλουτίστηκαν με πρωτότυπους στίχους (θρησκευτικούς ύμνους) και δανείστηκαν μελωδίες από τη λαϊκή μουσική παράδοση των λευκών.
- Η θεματολογία περιελάμβανε αρχικά την ήττα του σατανά, τη νίκη του καλού και την επιστροφή στη γη της επαγγελίας.
- Τα spiritual συνοδεύονταν με ρυθμικό χτύπημα των χεριών, καθώς και με ένα ιδιαίτερο τρόπο λικνίσματος του σώματος, ο οποίος μπορεί να χαρακτηριστεί ως χορός αλλά χωρίς τη κίνηση των ποδιών, αφού ο κανονικός χορός απαγορευόταν στις εκκλησίες, ενώ ο περιορισμένος χώρος δεν επέτρεπε πολλές κινήσεις.
- Παρά την ομαδικότητα τους, τα τραγούδια spiritual αφήνουν χώρο για να αναδειχθεί η σημαντικότητα και ιδιαιτερότητα της κάθε ξεχωριστής φωνής.
Σύντομα τα spiritual πήραν για τους μαύρους Αφροαμερικανούς τη μορφή κρυφού συμβόλου στην αντίστασή τους κατά της δουλείας. Οι λευκοί άκουγαν στους ύμνους την ελπίδα για τη γη της επαγγελίας, αλλά ταυτόχρονα οι μαύροι εννοούσαν μεταφορικά τη γη της ελευθερίας. Οι εκκλησίες των μαύρων (με μαύρους ιερείς) μετατράπηκαν σιγά-σιγά σε κέντρα κοινωνικοπολιτικής αντίστασης αλλά και μουσικής εκπαίδευσης, παίζοντας καθοριστικό ρόλο και στους δύο τομείς.
Ειδικότερα μετά την εξάπλωση του δόγματος των Βαπτιστών (1870-1880), όπου ανήκε η συντριπτική πλειοψηφία των εκκλησιών των μαύρων, τα spiritual άρχισαν να γίνονται πιο εύθυμα και ελπιδοφόρα, ενώ οι μαύροι βαπτιστές ιερείς άρχισαν να κάνουν το κήρυγμά τους με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο που τον συναντάμε μέχρι σήμερα, μιλούσαν ρυθμικά και με πάθος, τονίζοντας φράσεις και συλλαβές, χτίζοντας έτσι τις ρίζες του μουσικού ιδιώματος που σήμερα ονομάζουμε rap.
Τα spiritual σταμάτησαν να αναπτύσσονται στο τέλος του 19ου αιώνα, όταν οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες άλλαξαν για τους Αφροαμερικανούς (πόλεμος ανεξαρτησίας και χειραφέτηση των μαύρων). Την περίοδο αυτή ξεκινά η μαζική μετανάστευση των μαύρων προς τις βόρειες πολιτείες και ταυτόχρονα η μετάλλαξη των spirituals, σε gospel και blues.
Τα spiritual αποτέλεσαν και αποτελούν τη βάση για το σύνολο σχεδόν της jazz, blues και rock μουσικής. Ακούστε για παράδειγμα τρεις κλασσικές εκδοχές του παραδοσιακού spiritual «Saint James Infirmary» από τους Dizzy Gillespie, Danny Barker και Eric Burdon & The Animals: